ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΜΟΥΣΚΑΡΙ – MUSCARI (GRAPE HYACINTH) / MUSCARI BOTRYOIDES

Muscari botryoides στη Σαρωνίδα / 16-2-2013

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Το Μούσκαρι (mouscari) ή σταφυλοϋάκινθος (grape hyacinth) είναι πολυετές βολβώδες φυτό (το χειμώνα χάνει τα φύλλα του), το οποίο ανήκει στο γένος των Αγγειόσπερμων Μονοκoτυλήδονων φυτών, της τάξεως των Λιλιωδών, της οικογένειας Λιλιίδες (Lilliaceae). Περιλαμβάνει περί τα 30-40 είδη. Μοιάζει πολύ με τον υάκινθο (ζουμπούλι), ο οποίος ανήκει στην ίδια οικογένεια με το Μούσκαρι (το ίδιο και η τουλίπα). Φύεται, σε αποικίες, στην περιοχή της Μεσογείου, κυρίως στη νοτιοανατολική Ευρώπη και στη Νοτιοδυτική Ασία.

Λόγω δε της ομορφιάς τους, ορισμένα είδη (π.χ. M. botryoides, M. Armeniacum, M. comosum, M. racemosum, M. latifolium), καίτοι αγριολούλουδα, καλλιεργούνται και ως «ήμερα» καλλωπιστικά φυτά σε κήπους (για κάλυψη εδάφους, ανάμεσα στο γκαζόν, σε βραχόκηπους, κλπ). Έχει λίγα γραμμοειδή – λογχοειδή και σαρκώδη φύλλα, τα οποία φύονται απευθείας από το έδαφος (παράρριζα), χρώματος ανοικτού πράσινου ή γκριζοπράσινου. Τα άνθη του, τα οποία φύονται σε απλούς βότρυς (χωρίς φύλλα) και χαρακτηρίζονται από τον εξογκωμένο σωλήνα του περιάνθιου, που συστέλλεται στον εξάλοβο λαιμό, είναι, κατά κανόνα χρώματος μπλε-μωβ και μοιάζουν με τσαμπιά σταφυλιού. Ανθίζει την άνοιξη. Το σχήμα των ανθών του είναι σχεδόν σφαιρικό ή σε σχήμα καμπάνας. Τα χαμηλότερα άνθη του φυτού (είναι συνήθως τα ανοικτά άνθη) «βλέπουν» προς τα κάτω, ενώ τα υψηλότερα άνθη του φυτού (είναι τα κλειστά άνθη) «βλέπουν» προς τα πάνω. Το μέγεθος του άνθους του κυμαίνεται από 4-8mm μέχρι και 1cm.

Ως προς τις καιρικές συνθήκες, το Μούσκαρι είναι ανθεκτικό φυτό και αντέχει το πολύ κρύο. Ως προς τις ασθένειες, το Μούσκαρι, όπως όλα τα βολβώδη, είναι επιρρεπές σε διάφορους ιούς, οι οποίοι πλήττουν το βολβό του (υπόγειο τμήμα του φυτού). Για όσους, πέραν των περιοχών, όπου τα Μούσκαρι φύονται, ως αγριολούλουδα,, επιθυμούν να τα απολαμβάνουν στον κήπο τους ή σε γλάστρες, ήτοι επιθυμούν να το καλλιεργούν, ως «ήμερο» καλλωπιστικό φυτό, πρέπει να φυτεύουν τους βολβούς στο έδαφος κατά ομάδες και σε βάθος περί τα 10cm. To έδαφος πρέπει να είναι μερικώς λιπασμένο, υγρό και να το «βλέπει» ο ήλιος. Το καλοκαίρι, όταν οι βολβοί είναι «αδρανείς», πρέπει να εξάγονται από το έδαφος και να χωρίζονται όσοι είναι ενωμένοι μεταξύ τους, ώστε να διατηρήσουν τη βλαστικότητά τους (την ισχύ τους). Ο πολλαπλασιασμός τους γίνεται και με σπόρο. Η σπορά τους γίνεται, κατά κανόνα, το φθινόπωρο μέσα σε δοχεία.

Ο βολβός του Μούσκαρι τρωγόταν από την αρχαιότητα, διότι θεωρείτο αφροδισιακός. Ιδιαιτέρως δε οι βολβοί του M. comosum αποτελούν στην Κρήτη έναν εξαιρετικό μεζέ. Συγκεκριμένα, στην Κρήτη ονομάζουν τους βολβούς αυτού του είδους «σκορδουλάκοι» (Πηγή: Παπιομύτογλου). Τους πουλάνε και στις λαϊκές με το όνομα «βορβιά» ή απλώς «βολβοί». Αυτοί οι βολβοί, οι οποίοι πωλούνται στις λαϊκές προέρχονται συνήθως από την Ιταλία, όπου εκεί γίνεται συστηματική καλλιέργεια. Είναι αρκετά δύσκολο να εξαχθούν από το έδαφος, καθότι είναι, κατά κανόνα, σε βάθος 20-25cm. Η καλλιέργειά τους γίνεται σε ειδικές κατασκευές με ειδικό χώμα και πλέγμα στο βάθος, το οποίο, κατά τη συγκομιδή, απλώς το τραβάνε μαζί με τους βολβούς.

Στην Ελλάδα απαντώνται περί τα 16 αυτοφυή είδη. Τα πιο κοινά είναι τα M. racemosum και M. comosum (γνωστά, ως βορβός), τα οποία απαντώνται σε αγρούς και χέρσες εκτάσεις σε όλη τη χώρα, το M. mordoamum (γνωστό, ως κοκκονέλα), το οποίο φύεται στην Κέρκυρα, και το M. botryoides, το οποίο απαντάται στα βουνά όλης της χώρας και στο οποίο θα αναφερθώ αναλυτικότερα στη συνέχεια.

Το είδος, λοιπόν, το οποίο είναι αυτοφυές και ευδοκιμεί ιδιαιτέρως στους δήμους Σαρωνικού και Λαυρεωτικής, είναι το botryoides, γνωστό και ως βορβολούλουδο. Η ονομασία του προέκυψε από τη λέξη βότρυς, η οποία παραπέμπει στο τσαμπί (συνήθως σταφυλιών), αλλά και στην ταξιανθία επί ενός κεντρικού επιμήκη άξονα (μίσχου), ο οποίος φέρει έμμισχα μονήρη άνθη. Η ομοιότητα, λοιπόν, της ανθοταξίας του συγκεκριμένου είδους με έναν βότρυ, του έδωσε τη συγκεκριμένη ονομασία. Είναι, ενδεχομένως, το μοναδικό είδος, το οποίο έχει άνθη, όχι μόνο χρώματος μπλε-μωβ, αλλά και άσπρου χρώματος. Ανθίζει στην περιοχή μας, κυρίως από τα μέσα Φεβρουαρίου μέχρι και τα μέσα Μαρτίου (είναι μεταξύ των προπομπών της ανοίξεως). Φύεται στις παραλίες τής περιοχής μας (π.χ. Σαρωνίδας και Λαγονησίου), αλλά και στις ορεινές πλαγιές (π.χ. περιοχές Αγίας Φωτεινής και Προφήτη Ηλία στην Παλαιά Φώκαια). Φύεται κατά αποικίες (μικρές ή μεγάλες), δημιουργώντας πολύχρωμα λιβάδια, ιδίως, όταν συνδυάζονται Muscari botryoides με άνθη χρώματος μπλε και άσπρου. Τα φύλλα του είναι χρώματος ανοικτού πράσινου και έχουν μήκος 5-25cm. Το συνολικό ύψος του φυτού κυμαίνεται μεταξύ 15-20cm.

Πηγές – βιβλιογραφία

1. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα.

2. Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια Εκδοτικής Αθηνών, τόμος 12ος, Φυτολογία.

3. The Royal Horticultural Society: Εγκυκλοπαίδεια των φυτών του κήπου.

4. Διάφοροι διαδικτυακοί τόποι.

Φωτογραφίες και επιμέλεια κειμένου: Δημήτριος Κλούρας για την «ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ».

Φωτογραφίες: Δημήτριος Κλούρας για την «ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ».

Σχολιάστε